Τα έχουμε ξαναπεί περί της υπεραξίας που πληρώνουμε στο high-end. Ως εκ τούτου, δε σκοπεύω να επαναλάβω τα ίδια, απλώς αισθάνομαι την ανάγκη να υπογραμμίσω με παχύ και ανεξίτηλο μαρκαδόρο ότι κάποιοι κατασκευαστές ενδέχεται να επωφελούνται λιγότερο από αυτήν.
Όπως και να το κάνουμε, δεν είναι το ίδιο να πουλάς φύκια για μεταξωτές κορδέλες και το ίδιο να έχεις στείψει το μυαλό σου και να έχεις λιώσει τα παντελόνια σου στην προσπάθειά σου να πας την όλη υπόθεση ένα βήμα παραπέρα. Πείτε μου… Δε θα ήταν πολύ πιο εύκολο για την German Physiks να πουλά στην ίδια τιμή ένα συμβατικής σχεδίασης ηχείο, προτάσσοντας τη «μαγεία», τα «μοναδικά υλικά» και τα «χρυσά αυτιά» του ιδιοκτήτη της για να το μοσχοπουλήσει;
Προφανώς. Παρ’ όλα αυτά, προτίμησε να δημιουργήσει εκ του μηδενός… κάτι. Μια νέα ιδέα, μια διαφορετική προσέγγιση, ικανή να ξεχωρίσει από το πλήθος. Έτσι, λοιπόν, το πιο ζουμερό χαρακτηριστικό του υπό δοκιμή HRS-120 δεν είναι άλλο από το μεγάφωνο DDD Driver, που ευθύνεται όχι μόνο για το ενδιαφέρον παρουσιαστικό του, αλλά και για το μακράν πιο ενδιαφέροντα ήχο του.
DDD DRIVER
Έτσι ονομάζεται η περίεργη μονάδα στην κορυφή του γερμανικού ηχείου που μοιάζει με… τουρμπίνα αεροπλάνου. Τα αρχικά «DDD» σημαίνουν Dicks Dipole Driver, από τον Peter Dicks, που είναι ο εμπνευστής και, φυσικά, ο δημιουργός του μοναδικού αυτού μεγαφώνου.
Εν πρώτοις θα πρέπει να πούμε πως από μόνη της μια μονάδα DDD είναι ικανή να αναπαράγει μια ευρύτατη συχνοτική περιοχή, ξεκινώντας από τα 240Hz, για να καταλήξει στα 24kHz. Είναι προφανές πως ένα συμβατικής σχεδίασης ηχείο θα χρειαζόταν τουλάχιστον δύο μεγάφωνα κι ένα φίλτρο διαχωρισμού για να αποδώσει τη συγκεκριμένη περιοχή. Άρα, λοιπόν, το πρώτο πλεονέκτημα που προκύπτει από αυτήν την προσέγγιση είναι η κατάργηση του κροσόβερ στην πιο κρίσιμη περιοχή: τη μεσαία.
Ωστόσο, το ζητούμενο είναι πώς δουλεύει. Οι ομοιότητες μεταξύ μιας μονάδας DDD κι ενός οποιουδήποτε ηλεκτροδυναμικού μεγαφώνου αρχίζουν και τελειώνουν στο γνωστό πιστονικό σύστημα. Πράγματι, και εδώ έχουμε πηνίο φωνής, κινούμενα μέρη και μαγνήτη, όμως η βασική διαφορά εντοπίζεται σε αυτό που εντέλει κινείται και προκαλεί τη δημιουργία ακουστικών κυμάτων στο χώρο. Όπως βλέπετε, δεν είναι ένας συμβατικός κώνος, αλλά μια κατασκευή που μοιάζει με χωνί.
H κορυφή του είναι αυτή που εφάπτεται στο πηνίο φωνής (που, με τη σειρά του, είναι τοποθετημένο στο μεταλλικό οπλισμό που αποτελεί το «καπέλο» του ηχείου) και στηρίζεται από μια ανάρτηση τύπου spider. Όσο για τη βάση του, αυτή είναι κολλημένη σε μια δεύτερη ελαστική ανάρτηση, όμοια με εκείνη που χρησιμοποιείται ως εξωτερική σε ένα συμβατικό μεγάφωνο.
Τώρα, το πώς αυτή η ιδιαίτερη κατασκευή κατορθώνει να αναπαράγει μια τόσο ευρεία συχνοτική περιοχή δεν είναι κάτι που μπορεί να περιγραφεί σε λίγες γραμμές. Ωστόσο, ως βασική αρχή, θα λέγαμε πως κάθε σημείο της επιφάνειας του μακρόστενου αυτού κώνου έχει διαφορετική μηχανική συμπεριφορά αναλόγως της συχνοτικής περιοχής που αναπαράγει. Οι ψηλές αναπαράγονται από την κορυφή του κώνου, ενώ όσο κατεβαίνουμε μικραίνουν και οι αναπαραγόμενες συχνότητες. Πρόκειται για μια ευφάνταστη εκμετάλλευση ενός απευκταίου -για τα συμβατικά μεγάφωνα- φαινομένου: των break-ups.
Ο κώνος είναι εξαιρετικά λεπτός, άρα και ταχύτατος, κατασκευασμένος από ανθρακονήματα πάχους μόλις 0,15 χλστ., ενώ υπάρχει και η εναλλακτική απόκτησης του ηχείου με κώνο από ακόμα πιο λεπτό τιτάνιο (0,025 χλστ.). Φυσικά, δε διαφεύγει της προσοχής μας ακόμα ένα εξαιρετικά σημαντικό χαρακτηριστικό του DDD Driver. Ακτινοβολεί προς όλες τις κατευθύνσεις. Είναι μια omni polar μονάδα που -εξυπακούεται πως- απαιτεί αρκετό ζωτικό χώρο ώστε να «αναπνέει» και να ξεδιπλώνει τις τρισδιάστατες αρετές της.
Κατά τα λοιπά, η μονάδα DDD συνεπικουρείται από ένα 10ιντσο γούφερ που ακτινοβολεί προς το δάπεδο (κροσαρισμένο στα 240Hz), ευρισκόμενο, μάλιστα, πολύ κοντά σε αυτό, στη βάση του HRS-120. Όσο για την καμπίνα του ηχείου, πρόκειται για μια οκτάπλευρη και ιδιαίτερα στιβαρή κατασκευή, με άριστο φινίρισμα λευκής λάκας (κυκλοφορεί και σε άλλες αποχρώσεις), φτιαγμένη από παχιά κομμάτια MDF κι ενισχυμένη εσωτερικά από ένα πολυμερές υλικό ονόματι Hawaphon.
Μπορεί να δεχτεί μόνο ένα ζεύγος καλωδίων, ενώ στο σημείο της σύνδεσης υπάρχει ένα πάνελ με ένα βραχυκλωτήρα, απ’ όπου μπορούμε να ρυθμίσουμε τη στάθμη της υψηλής περιοχής μεταξύ -2, 0, +2 και +4dB.
ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Το HRS-120 στήθηκε στο χώρο μας και οδηγήθηκε από το γνωστό και μη εξαιρετέο σύστημα αναφοράς του περιοδικού μας. Η πρώτη μου έγνοια, όταν έχω να κάνω με παντοκατευθυντικά ηχεία, δεν είναι άλλη από τη σωστή τοποθέτησή τους στο χώρο. Η αλήθεια είναι ότι έχω ταλαιπωρηθεί πολύ κατά καιρούς με τέτοιου είδους υλοποιήσεις, που πάντοτε μου άφηναν μια αμφιβολία σχετικά με το αν αυτό που άκουσα εγώ ανταποκρίνεται με ακρίβεια σε αυτό που θα ακούσει ο εκάστοτε ιδιοκτήτης τους.
Για καλή μου τύχη, το γερμανικό ηχείο αποδείχθηκε ιδιαίτερα βολικό σε αυτόν τον τομέα, κάτι που, φυσικά, δεν περίμενα. Κατόπιν αρκετών πειραματισμών, κατέληξα στο συμπέρασμα πως το μόνο που απαιτεί είναι έναν «αέρα» τουλάχιστον 1 μ. από τους πλευρικούς τοίχους, διότι σε κάθε άλλη περίπτωση θα υποφέρει σημαντικά η τρισδιάστατη αίσθηση της εικόνας. Τονικά, δεν παρατήρησα κάποιες αξιοσημείωτες διαφορές από θέση σε θέση, κάτι που μπορεί να μην ισχύει σε κάποιους «δύσκολους» χώρους.
Γι’ αυτό, γενικώς, μην εφησυχάζετε…
Το HRS-120 δείχνει και ακούγεται ως οφείλει καθετί που απασχολεί τη high-end κατηγορία τιμής: πλήρες, «μεγάλο» και αρχοντικό. Ωστόσο, το στοιχείο εκείνο που, κυριολεκτικά, θα καθηλώσει οποιονδήποτε ανυποψίαστο εκτεθεί στο ήχο του δεν είναι άλλο από την εξαιρετικά ανάγλυφη και ιδιαίτερα τρισδιάστατη απεικόνιση που επιτυγχάνει. Λίγο έως πολύ, το περίμενα από το παντοκατευθυντικό αυτό ηχείο, αλλά ομολογώ πως ενθουσιάστηκα τόσο όσο κι αν καλούμουν να το ακούσω πίσω από μια μαύρη κουρτίνα, αγνοώντας τη σχεδίασή του.
Η σκηνή τοποθετείται λίγο πιο πίσω από τη νοητή ευθεία που ενώνει τις εμπρόσθιες πλευρές των δύο ηχείων, όντας το μοναδικό όριο που υπάρχει μεταξύ του ακροατή και όλων όσα συμβαίνουν πίσω από αυτό. Από εκεί και πέρα… το χάος! Μια απύθμενου βάθους απεικόνιση, με πρακτικά απροσδιόριστα πλευρικά όρια, όπου, ακόμα και με τα μάτια ανοιχτά, αισθάνεσαι πως η μουσική εξελίσσεται μπροστά σου όπως τα καρέ του κινηματογραφικού φιλμ. Προσθέστε και την υποδειγματική αναλυτική ικανότητα του ηχείου και θα πάρετε μια πολύ καλή γεύση περί του επιπέδου περιγραφής που θα απολαύσετε.
Σε ό,τι αφορά το τονικό κομμάτι του χαρακτήρα του, όπως είπαμε, το HRS-120 μεταδίδει -και μάλιστα, μετά τυμπανοκρουσιών- την αίσθηση του απόλυτου ελέγχου και την πληρότητας. Εκτιμώ πως δεν υπάρχει περίπτωση να αισθανθείτε οποιαδήποτε έλλειψη, ενδέχεται, ωστόσο, να διαφωνήσετε σε ένα σημείο. Πριν όμως αναφερθώ σε αυτό, επιτρέψτε μου να δώσω προτεραιότητα στον ενθουσιασμό μου για τη μεσαία περιοχή του. Ο φυσικός και αψεγάδιαστος τρόπος με τον οποίο αποδίδει το πιάνο, τη φωνή και κάθε είδους «μεσαία» πληροφορία είναι απλώς εξαιρετικός. Σε συνδυασμό, δε, με την αέρινη απεικόνισή του, το αποτέλεσμα είναι από τα πιο ζωντανά που έχω ακούσει ποτέ! Αν μη τι άλλο, η απουσία κροσόβερ κι ενός έξτρα μεγαφώνου έχει κάνει το θαύμα της. Εξαιρετικά γραμμική και αβίαστη είναι η μετάβαση προς την περιοχή των «σωμάτων» και του ευρύτερου χαμηλού, όπου το HRS-120 ανταποκρίνεται κατά τρόπο ελεγχόμενο, εκτενή και με μουσική αξία.
Η διαφωνία μου εντοπίζεται στο ανώτερο άκρο του φάσματος, εκεί όπου και το μετρητικό μας όργανο έδειξε τι συμβαίνει. Ένα απότομο βύθισμα μεταξύ 8 και 9 kHz και μια συνεπακόλουθη τόνωση της επόμενης οκτάβας, της τάξης των +8dB σε σχέση με τη μέση ευαισθησία του ηχείου. Αυτό είναι κάτι που μεταφέρεται στον ακροατή υπό τη μορφή της λέπτυνσης αυτής της περιοχής και, μοιραία, διαταράσσει την κατά τα άλλα άψογη συμπεριφορά του ηχείου. Ο ισοσταθμιστής (που ουσιαστικά είναι ένα φίλτρο με κεντρική συχνότητα τα 8kHz, εκεί δηλαδή όπου έχουμε το πρόβλημα) έπρεπε να ρυθμιστεί στα +4dB, για να αμβλυνθεί κάπως αυτή η ιδιαιτερότητα, όχι όμως και να εξαφανιστεί η «notch filter» συμπεριφορά.
Συνολικά, λοιπόν, το γερμανικό HRS-120 εφορμά στην απαιτητική high-end κατηγορία, πρωτίστως με μια καλή και καινοτόμο ιδέα. Επιπλέον, οι 3D απεικονιστικές του δυνατότητες, η στιβαρή και πλήρης συμπεριφορά του, καθώς και η κυριολεκτικά αψεγάδιαστη μεσαία του μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση ηχείου που θα πρέπει να εξετάσουν όσοι κινούνται στη γειτονιά των… πέντε ψηφίων.
Αντιπρόσωπος: Ultimate Audio Systems, τηλ.: 210.9245.885
Τιμή: 17.000 €
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Δρόμοι: 2
Μεγάφωνα: 1xCarbon DDD driver, 1x10΄΄ γούφερ
Απόκριση συχνοτήτων: 29Hz-24kHz
Μέση ευαισθησία*: 87dB
Εμπέδηση: 6,5Ω@87Hz, 5,2Ω@1965Hz
Απολαβή ισχύος: 110-170W
Συχνότητα διαχωρισμού: 240Hz
Διαστάσεις (ΠxΥxΒ): 32x114x32 εκ.
Βάρος: 29,7 κιλά
ΥΠΕΡ
- Η μονάδα DDD
- H πολύ προσεγμένη κατασκευή
- Η τρισδιάσταση εικόνα
- Η αψεγάδιαστη μεσαία περιοχή
- Ο γενικά πληθωρικός ήχος του
ΚΑΤΑ
- Η βύθιση γύρω από τα 8kHz
- Όπως κάθε παντοκατευθυντικό ηχείο, απαιτεί μια ευχέρεια κινήσεων στο χώρο
ΣΧΟΛΙΟ
Πληθωρικό, τρισδιάστατο, με μια μεσαία που «κεντάει» και με μια έως και επαναστατική μονάδα ευρέος φάσματος, το HRS-120 τα βάζει με… θεούς και δαίμονες στην ιδιαίτερα απαιτητική high-end κατηγορία. Το σίγουρο είναι πως έχει την άποψή του, η οποία πρέπει να ακουστεί.