PARLOPHONE/UNIVERSAL
Ο παράξενος τύπος με το ψευδώνυμο Chilly Gonzales (Jason Charles Beck) γεννήθηκε στον Καναδά, μετοίκισε στο Βερολίνο, έζησε μερικά χρόνια στο Παρίσι και τώρα κατοικεί στην Κολονία.
Στα σαράντα πέντε του, έχει διατελέσει αυτοδίδακτο παιδί θαύμα του πιάνου, έχει συνθέσει musicals και soundtracks, σχημάτισε rock μπάντες, έπαιξε σε jazz σχήματα, πειραματίστηκε με το electro, ασχολήθηκε με το hip-hop ως παραγωγός ή συνεργάτης άλλων όπως η ομοεθνής του Peaches αλλά και σαν...ράπερ (!) και έγραψε ποπ τραγούδια που τα ερμήνευσε ο ίδιος. Αρχίζοντας; το ’99 όλα αυτά έχουν αποτυπωθεί σε δέκα πέντε δίσκους. Αυτό στο οποίο επιστρέφει πάντα είναι το πιάνο, δεν είναι συμπτωματικό ότι το πλέον επιτυχημένο εμπορικά album του είναι το «Solo Piano» του ’04. Αυτό είναι που πρωταγωνιστεί και στον τελευταίο του δίσκο – εκτός από τα έγχορδα σε ελάχιστα σημεία - ο οποίος είναι ένας κύκλος τραγουδιών με θέμα αλληγορικές ή μη ιστορίες σχετικές με το Σατό Μαρμόντ, ένα «high» όσο και κιτς ξενοδοχείο του Λος Αντζελες στο οποίο έχει διαδραματιστεί μεγάλο μέρος της «ροκ μυθολογίας» επί αμερικανικού εδάφους.
Αντί να τα ερμηνεύσει ο ίδιος προσκάλεσε την πλέον χαρισματική κατά την γνώμη μου φυσιογνωμία της Britpop, τον Jarvis Cocker, ηγέτη των διαλυθέντων πια Pulp. Και δεν θα μπορούσε να κάνει ιδανικότερη επιλογή. Γιατί είναι η ωριμότερη από ποτέ ερμηνεία του τελευταίου που ολοκληρώνει ένα κομψοτέχνημα, μια σειρά από ακουστικές βινιέτες οι οποίες απευθύνονται σε νοήμονες ακροατές που μπορούν να αντιληφθούν ότι ο διαχωρισμός σε jazz, lounge, ιμπρεσιονιστική περίοδο της κλασικής μουσικής, μετα-κλασική και την σχολή του λεγόμενου «ελαφρού» γαλλικού τραγουδιού έχει αιτία και λόγο και, πριν από όλα, για να μπορούν να διαπιστώσουν πότε τόσο ταλαντούχοι μουσικοί τον υπερβαίνουν απλά με το να συνδυάζουν με τόση προσωπικότητα όλα αυτά τα ιδιώματα!
8.5/10
ΘΑΝΟΣ ΜΑΝΤΖΑΝΑΣ